Βάπτιση στην Κέρκυρα
Το δεύτερο κατά συνέχεια μεγάλο γεγονός που συγκέντρωνε τους πλησιέστερους συγγενείς ήταν η βάφτιση του νηπίου. Τα βαπτίζουν συνήθως σε νεαρή ηλικία. Με το μυστήριο του βαπτίσματος, το βρέφος γίνεται μέλος της Εκκλησίας της γενέτειράς του και παίρνει το όνομά του, βασικά στοιχεία της ταυτότητας του.
Το βάπτισμα γινόταν παλαιότερα στο σπίτι για τη φύλαξη του παιδιού από το κακό μάτι και γενικά από κάθε κακό.
Στη συγκέντρωση ο κύκλος της οικογένειας (γονείς, παιδιά, παππούδες, θείους, ξαδέλφια), ο παπάς, ο Ψάλτης και και ο νεωκόρος που έφερνε μαζί μ’ένα μεγάλο παιδί την κολυμπήθρα και τα ιερά βιβλία.
μια μεγάλη πινιάτα ζέσταιναν νερό για το βάπτισμα. Στο μυστήριο δεν παρευρίσκονταν οι γονείς. Λίγο πριν αρχίσει έβγαιναν έξω από το σπίτι ή την εκκλησία και εκεί περίμεναν να ακούσουν το όνομα, και ας το ήξεραν από πριν, από ένα αγόρι ή μια παρέα αγοριών που έτρεχαν να τους το ανακοινώσουν παίρνοντας σχετικό φιλοδώρημα. Ο νουνός ή η νουνά και οι παρευρισκόμενοι συγγενείς δέχονταν τις ευχές για το όνομα του μωρού. Στη συνέχεια ο πατέρας ή ο νουνός έβγαινε στη θύρα και πετούσε κέρματα στα παιδιά που σπρώχνοντας το ένα το άλλο τα μάζευαν.
Τη λαμπάδα
του νεοφώτιστου, αν ήταν αγόρι, την έσβηνε ο νουνός στο ανώφλι της ωραίας πύλης, για να γίνει ψηλό μέχρι εκεί πάνω. Αν ήταν κορίτσι, την έσβηνε σε ένα διπλωμένο ύφασμα που τοποθετούσαν στην κοιλιά της, για να μην την ενοχλεί μελλοντικά η έμμηνος ρύση. Σταύρωναν και το αγόρι και το κορίτσι με μια χρυσή βέρα στο στόμα για να βγάζει χρυσά λόγια και τους φορούσαν το φωτίκι, μια μεγάλη πουκαμίσα από λευκό ύφασμα. Αν ήταν αγόρι, στην πουκαμίσα έβαζαν και τρία χρυσά κουμπιά, αν ήταν κορίτσι, μποκολέτες (σκουλαρίκια). Αν το παιδί δεν είχε φορέσει το φωτίκι, το οποίο είναι διαβασμένο από τον ιερέα, όταν πεθάνει δεν θα δεχτεί την ψυχή του ο θεός.
Μερικοί γονείς,
όταν δυσκολεύονταν να βρουν νουνό πήγαιναν στη θύρα της εκκλησίας του Αγίου Σπυρίδωνα κρατώντας το μωρό μήπως βρεθεί κάποιος και δείξει ενδιαφέρον να το βαφτίσει. Έτσι δυο άγνωστες οικογένειες γίνονταν κουμπάροι. Ο ανάδοχος τότε θα δώσει κατά προτίμηση το όνομα Σπύρος προς τιμήν του Αγίου και όχι το όνομα του παππού κατά το συνηθισμένο έθιμο. Το ίδιο συνέβαινε και όταν το ’χαν τάξει να το βαφτίσουν στον Άγιο.
Σε περίπτωση
πάλι που είχε προηγηθεί θάνατος των δυο πρώτων παιδιών της οικογένειας, το τρίτο το τοποθετούσαν καταγής σ’ένα τρίστρατο. Ο πρώτος που θα το συναντούσε αναλάμβανε να το βαφτίσει δίνοντας το όνομα Σταμάτης για να «μην τριτώσει το κακό». Ονόματα συμβολικά, με μαγική όπως θεωρούνταν επίδραση, τάζονταν και δίνονταν και όταν το βρέφος κινδύνευε. Έτσι βαφτιζόταν Γιάννης για να γιάνει ή με το όνομα του προστάτη Αγίου του νησιού.
Πολλές φορές σε τέτοιες περιστάσεις γινόταν αεροβάφτισμα από τη μαμή ή άλλο παρευρισκόμενο πρόσωπο, όταν δεν προλάβαινε να έρθει ιερέας, κάνοντας τις ίδιες ακριβώς κινήσεις με τον ιερέα στον αέρα και λέγοντας «βαφτίζεται ο δούλος του Θεού – και το όνομά του – στο όνομα του πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος».
Σε περίπτωση που τα βρέφη πέθαιναν αβάφτιστα πιστεύονταν πως γίνονταν διαβολάκια, κακοποιά πνεύματα, τα λεγόμενα τελώνια. Τα αβάφτιστα μωρά λένε, αν συμβεί και ανοίξουν τον τάφο τους, τα βρίσκουν άλιωτα, ροδοκόκκινα και μέσα στο στομάχι τους θα βρουν φρέσκο γάλα. Αυτό συμβαίνει γιατί τις νύχτες βγαίνουν και θηλάζουν τις κοιμισμένες νέες μητέρες που έχουν τα στήθη έξω. Οι μητέρες αυτές αχαμναίνουν μέχρι εξαντλήσεως και μπορεί και να πεθάνουν. Γι ‘αυτό πρέπει η κάθε μητέρα να κάμει το σταυρό της, πριν βυζάξει το παιδί της και όταν αποβυζάξει πάλι να προφυλάξει καλά το στήθος της.