Στην Καρπαθο
τα παλαιότερα χρόνια το παιδί βαπτιζόταν στις 8 ημέρες από την γέννησή του. Τώρα μεσολαβεί ένα άλλο έθιμο, περισσότερο στη κάτω Κάρπαθο,“τα εφτά”.
Μετά από 7 μέρες από τη γέννηση του παιδιού και χωρίς ιδιαίτερη πρόσκληση, οι συγγενείς του νεογέννητου μαζεύονται στο σπίτι του και να λάβουν μέρος στην τελετή των εφτά ημερών.
Γυναίκες και κορίτσια τυλίγουν το παιδί μέσα σε μεταξωτές κουβέρτες και κάνοντας ένα είδος κούνιας κρατώντας τες με τα χέρια, κουνούν το μωρό και τραγουδούν διάφορα τραγούδια στο σκοπό του νανουρίσματος.
Μετά από τις ευχές οι συγγενείς τρώνε αλευρά (ένα είδος πηκτού χυλού με μέλι και βούτυρο) και στη συνέχεια ντύνουν το παιδί φορώντας του, αν είναι αγόρι ένα πουκάμισο του πατέρα ή αν είναι κορίτσι ένα εσώρουχο της μητέρας.
Μετά βάζουν το παιδί πάνω σε ένα μεγάλο τραπέζι και πετάνε πάνω σ’ αυτό τα διάφορα δώρα που προσφέρουν οι συγγενείς, ενώ βάζουν πάνω στο παιδί χρυσά ρολόγια, βραχιόλια και κολαΐνες (χρυσά νομίσματα με θηλειές δεμένα το ένα κοντά στο άλλο).
Σύμφωνα με αρκετούς ειδικούς μελετητές της εποχής μας, η Κάρπαθος, ένα νησί των Δωδεκανήσων στο νοτιοανατολικό άκρο του Αιγαίου, είναι ο τόπος με την πλουσιότερη λαογραφική παράδοση στη χώρα μας Σήμερα σας παρουσιάζουμε το μοναδικό έθιμο του «επτά», το οποίο επιβιώνει ως τις μέρες μας. Κατά τη διάρκεια της τέλεσής του, οι κάτοικοι του ακριτικού νησιού ζητούν, μέσω ενός πανάρχαιου μαγικοθρησκευτικού δρωμένου (στο οποίο έχουν προσκολληθεί και χριστιανικά στοιχεία), από τις τρεις Μοίρες να χαρίσουν καλοτυχία στο νεογέννητο βρέφος!
Ενα από τα παλαιότερα και πιο αξιοπαρατήρητα έθιμα της Καρπάθου, το οποίο διατηρείται αναλλοίωτο μέχρι σήμερα, είναι το έθιμο των «Εφτά», ημερών εννοείται, από τη γέννηση του παιδιού. Σύμφωνα με το έθιμο αυτό, την έβδομη ημέρα από τη γέννηση, χωρίς καμιά πρόσκληση, συγγενείς και φίλοι της οικογένειας του νεογέννητου συγκεντρώνονται στο σπίτι του για να γιορτάσουν τον ερχομό του στον κόσμο Οι επισκέπτες φέρουν μαζί τους διάφορα γλυκίσματα και (συνήθως χρυσά) δώρα για το νεογέννητο.. Τέτοια είναι π.χ. «κανίσκια» με μπακλαβάδες, κουραμπιέδες ή ποτά, και χρυσές αλυσίδες, περικάρπιες «ταυτότητες», αντίγραφα βυζαντινών νομισμάτων, σταυροί, απεικονίσεις Αγίων, ενδύματα κ.λπ
Οταν συγκεντρωθούν οι συγγενείς και φίλοι, η μαμή παλαιότερα, η μητέρα ή η γιαγιά τώρα, θα τυλίξει το βρέφος με ένα μεταξωτό σεντόνι και θα του φορέσει το καλύτερο πουκάμισο του πατέρα (αν είναι αγόρι) ή της μητέρας του (αν είναι κορίτσι). Κατόπιν, το τοποθετεί πάνω σ’ ένα μεγάλο τραπέζι στη μέση του δωματίου (παλαιότερα το έβαζε μέσα σε σκάφη). Στη συνέχεια, τοποθετούν τα δώρα γύρω του. Ακολουθούν οι ευχές όλων των παρευρισκομένων, ενώ δύο πρωτοκόρες αμφιθαλείς (των οποίων οι γονείς ζουν) βάζουν το νεογέννητο σε ένα μεταξωτό σεντόνι και κρατώντας το από τις δύο άκρες, κινούν ημικυκλικά («νανουρίζουν») το βρέφος και του τραγουδούν αυτοσχέδια ευχετικά δίστιχα (μαντινάδες), που ταιριάζουν η μητέρα ή οι γιαγιάδες του.
Αρχαία θρησκεία και Χριστιανισμός
Αφού τελειώσει το τραγούδημα, η μητέρα ή η γιαγιά ανάβει επτά μικρά κεριά, στα οποία δίνει αντίστοιχα ονόματα της Παναγίας, του Χριστού και Αγίων συνήθων στην Κάρπαθο ή στο συγκεκριμένο χωριό της γιορτινής τελετής. Τα κεράκια τοποθετούνται σε ένα σκαμνί (παλιότερα) ή (σήμερα) σε μια λεκάνη ή σε ένα μεγάλο πιάτο με μέλι. Συγχρόνως ένα πρωτότοκο, αμφιθαλές επίσης, αγόρι απαγγέλλει το Σύμβολο της Πίστεως (το «Πιστεύω»), ενώπιον των παρισταμένων, που περιμένουν να δουν με αγωνία ποιο από τα κεριά θα σβήσει πρώτο, γιατί ο ονοματισμένος με αυτό Άγιος θα είναι και ο προστάτης του παιδιού σε όλη τη ζωή του. Στο όνομα του συγκεκριμένου Αγίου πρέπει να γίνει Θεία Λειτουργία μετά το «σαράντισμα» της λεχώνας και σ’ αυτόν θα προσεύχονται σε κάθε ασθένεια ή ατυχία του παιδιού.
Στο μεταξύ στην κουζίνα ή σε άλλο δωμάτιο ετοιμάζεται το χαρακτηριστικό γλύκισμα της γιορτής, η γνωστή «αλευρά». Πρόκειται για γλυκό που παρασκευάζεται από αλεύρι και διάφορα μπαχαρικά. Όλα αυτά τα ρίχνουν σε μια ξύλινη ή μεταλλική γαβάθα (παλαιότερα στον «καύκαλο», ξύλινη μεγάλη σκάφη σε στρογγυλό σχήμα) με ζεματιστό νερό και τα ανακατεύουν καλά. Αφού «ψηθεί» καλά η ζύμη, τοποθετείται σε πιάτα, τα οποία έχουν ένα κυκλικό κενό στο μέσον, όπου βάζουν ποσότητα μελιού και βουτύρου, συνήθως καρπαθιακής προέλευσης. Ολοι με ένα πιρούνι, αλείφοντας τη ζύμη στο μέλι, πρέπει να φάνε «εφτά» πιρουνιές «αλευρά». Το υπόλοιπο που θα μείνει στη μεγάλη γαβάθα πιστεύεται ότι θα φαγωθεί από τις Μοίρες, που θα έλθουν την ίδια νύκτα για να «μοιράσουν» το παιδί, προδιαγράφοντας τη μελλοντική του τύχη. Μετά απ αυτά προσφέρονται στους παρευρισκόμενους και άλλα φαγητά, ενώ συνάμα ξεκινάει παραδοσιακό Καρπάθικο γλέντι με αυτοσχέδιες μαντινάδες και χορούς μέχρι τις πρωινές ώρες.
Το έθιμο αυτό είναι επίσης γνωστό στην Κάσο, στη Χάλκη και τη Ρόδο, χωρίς όμως να έχει τη λειτουργικότητα και την πλούσια εθιμική πλαισίωση της Καρπάθου.
Ο μαγικός αριθμός 7
Το έθιμο των «Εφτά» πρέπει οπωσδήποτε να συνδέεται με την πολύ διαδομένη επταδική δοξασία. Ο αριθμός επτά από αρχαιότατα χρόνια θεωρήθηκε ιερός και ότι περιείχε μυστική δύναμη.
Στους αρχαίους Αιγυπτίους, Εβραίους και Ελληνες συμβόλιζε την τελειότητα, ίσως γιατί περιελάμβανε τους αριθμούς 3 και 4 που σχημάτιζαν τρίγωνο και τετράγωνο αντίστοιχα.
Αλλά και η φυσική παρατήρηση συνέβαλλε σ’ αυτό. Για παράδειγμα, το ουράνιο τόξο έχει επτά χρώματα. Η μουσική εξακολουθεί να έχει επτά τόνους, ενώ ο αριθμός αυτός είναι ο μόνος, που δεν χωρίζεται ούτε πολλαπλασιάζεται εντός του οριo της δεκάδας όπου ανήκει. Θεωρήθηκε, επομένως, ότι δεν είναι ένα κοινό αριθμό, αλλά με έναν τρόπο μοναδικό, έτσι δόθηκε εξαιρετική, ακόμη και Ιερά χαρακτηριστικά και μαγικές ιδιότητες.
Οι αρχαίοι Χαλδαίοι και Ασσύριοι, οι οποίοι μάλιστα ανακάλυψαν τους επτά πλανήτες, συσχέτισαν τον αριθμό με την ανθρώπινη ζωή και πρέσβευαν ότι επτά είναι οι πίνακες της μοίρας που ρυθμίζουν την τύχη των ανθρώπων.
Στην Παλαιά και Καινή Διαθήκη ο αριθμός (και τα πολλαπλάσιά του) αναφέρεται πολλές φορές (π.χ. επτά αρχάγγελοι, επτά θανάσιμα αμαρτήματα, επτά Μυστήρια της Εκκλησίας, ο Χριστός δίδαξε να συγχωρούμε 77 φορές, την Π. Διαθήκη μετέφρασαν εβδομήντα σοφοί, κλπ.).
Ωστόσο, στις μέρες μας, ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στον αριθμό 7. Στη Γαλλία, π.χ., τον αναφέρουν σε νουθεσίες («γυρίσετε τη γλώσσα σας επτά φορές πριν μιλήσετε»), ενώ στη Γερμανία πιστεύουν άλλοτε ότι το έβδομο παιδί μιας οικογένειας προικίζεται από τη φύση με εξαιρετικά χαρίσματα και προσόντα. Στην ελληνική γλώσσα ορισμένες λέξεις με πρώτο συνθετικό το (επιτακτικό εδώ) «επτά» χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν ποσότητα, πλήθος, μεγέθυνση (π.χ. εφτάψυχος, εφτάκαλος, εφτάπαχος, εφτάμυαλος κ.ά.).
Όλα αυτά δείχνουν, νομίζω, την εξαιρετική σημασία που αποδίδεται στον αριθμό, και δικαιολογούν ικανοποιητικά τη χρήση στην ονοματοθεσία και τις διάφορες φάσεις του καρπαθιακού εθίμου.
Οι ρίζες σε μια πανάρχαια ελληνική γιορτή
Ειδικότερα το έθιμο των «Εφτά» μπορεί ή και πρέπει να συσχετισθεί με τα «Αμφιδρόμια», που τελούνταν στην αρχαία Αθήνα και ίσως και σε άλλες ελληνικές πόλεις. Τα Αμφιδρόμια ήσαν γιορτές καθαρμού και τελούνταν στο σπίτι μετά τη γέννηση ενός παιδιού, γιατί στη γέννηση κατεξοχήν η λεχώνα θεωρείτο και φορέας μιαρού ή υποκείμενο σ’ αυτό.
Γι’ αυτό κιόλας το παιδί, η λεχώνα και όλα τα πρόσωπα που είχαν έλθει σε επαφή μαζί της έπρεπε να καθαριστούν με πλύσιμο ή άλλα μέσα. Το ίδιο έπρεπε να γίνει και για το σπίτι, όπου έβαζαν στην εξώπορτα ένα κλαδί ελιάς, λυγισμένο σε μορφή στεφανιού (αν είχε γεννηθεί αγόρι) ή μάλλινου νήματος (αν είχε γεννηθεί κορίτσι). Και οι δύο είχαν Καθαρτήριο σημασία.
Στα Αμφιδρόμια (= τρέξιμο γύρω γύρω) πιθανώς η μαμή έφερνε το παιδί στην εστία και το γυρνούσε κυκλικά σ’ αυτή μαζί με τους παριστάμενους που ακολουθούσαν. Ο σκοπός της κυκλικής περιφοράς του νεογέννητου ήταν η είσοδός του στην οικογένεια. Στη συνέχεια γινόταν ένα γεύμα, στο οποίο έπαιρναν μέρος συγγενείς και φίλοι του νεογέννητου.
Τα Αμφιδρόμια γίνονταν την 5η ή την 7η ημέρα από τη γέννηση του παιδιού, ενώ συνήθως η 10η ήταν η ημέρα της ονοματοθεσίας, σύμφωνα με μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων και του Λεξικού της Σούδας.
Ο αρχαίος σχολιαστής σημειώνει εν προκειμένω: «[Αμφιδρόμια] ημέρα πέμπτη τοις βρέφεσι εκ γενεως, ούτω κληθείσα παρ’ όσον εν ταύτη καθαιρόμεναι τας χείρας αι συναψάμεναι της μαιώσεως, το βρέφος περί την εστίαν φέρουσιν τρέχουσαι κύκλω, και τούνομα τίθενται τούτω, δώρα τε πέμπουσι τω παιδί, ως επί το πλείστον πολύποδας, οι τε φίλοι [τε] και οικείοι και απλώς οι προσήκοντες».
Και στο λεξικό Σούδα αναφέρονται επίσης περίπου ταυτόσημες: «Αμφιδρόμια˙ την πέμπτην άγουσιν επί τοις βρέφεσιν, εν η αποκαθαίρονται τας χείρας αι συναψάμεναι της μαιώσεως˙ το δε βρέφος περιφέρουσι την εστίαν τρέχοντες, και δώρα πέμπουσιν οι προσήκοντες, ως επί το πλείστον πολύποδας και σηπίας. Τη δεκάτη τούνομα τίθενται. Δεκάτην εστιάσαι˙ έθος ην παίδων γεννωμένων τοις Αθηνίοις αστοίς τη των νυκτών από της γενέσεως συγκαλείσθαι τους προς πατρός και μητρός οικείους και τους εγγυτάτω φίλους, και παρόντων εκείνων τα τε ονόματα τοις παισί τίθεσθαι και καλλιερείσθαι τοις θεοίς˙ έπειτα ευωχείσθαι τους συνεληλυθότας. Και τούτο έστιν η δεκάτη».